Ποτέ δεν φεύγουν τα νεκρά παιδιά από τα σπίτια τους
τριγυρίζουν εκεί, όσα χρόνια κι αν περάσουν
Σκίτσο του Χρήστου Παπανίκου | Ελλάδα24
Γιάννης Ρίτσος, Σχήματα της απουσίας. Συλλογή «Υδρία · Ελεγεία για μια σύντομη άνοιξη». Αθήνα, 1957
- II -
Ποτέ δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά απ' τα σπίτια τους,
τριγυρίζουν εκεί, μπλέκονται στα φουστάνια της μητέρας τους
την ώρα που εκείνη ετοιμάζει το φαΐ κι ακούει το νερό να κοχλάζει
σα να σπουδάζει τον ατμό και το χρόνο. Πάντα εκεί -
Και το σπίτι παίρνει ένα άλλο στένεμα και πλάτεμα
σάμπως να πιάνει σιγαλή βροχή
καταμεσής καλοκαιριού, στα ερημικά χωράφια.
Δε φεύγουν τα νεκρά παιδιά. Μένουν στο σπίτι
κι έχουν μια ξέχωρη προτίμηση να παίζουν στον κλεισμένο διάδρομο
και κάθε μέρα μεγαλώνουν μέσα στην καρδιά μας, τόσο
που ο πόνος κάτω απ' τα πλευρά μας, δεν είναι πια απ΄ τη στέρηση
μα απ' την αύξηση.
Κι αν κάποτε οι γυναίκες βγάζουν μια κραυγή στον ύπνο τους,
είναι που τα κοιλοπονάνε πάλι.
- XXXII -
(…)
Κι έτσι μέσα στη νύχτα
που φεύγουμε ξένοι, μπρος σε δυο σειρές ακατοίκητα σπίτια,
κάτω από γλόμπους χωρίς αχτίνες σαν κλεισμένα χέρια,
μια γλάστρα ποτισμένη που στάζει απ' το παλιό μπαλκόνι
εμπιστεύεται πάλι τον ήχο της σ' εμάς μια πόρτα
μισανοιγμένη, ξαγρυπνάει για ΄μας κι αυτός ο ξύλινος πάγκος
παρατημένος καταμεσής στην ερημιά, εμάς περίμενε να καθίσουμε, ξέροντας
πως κάπου εκεί, σ' ένα μοναχικό παράθυρο, κρεμασμένο
ψηλά στη νύχτα, εσύ, πίσω απ' το δαντελένιο κουρτινάκι,
περιμένεις να σου χαμογελάσουμε.
Η συλλογή «Υδρία · Ελεγεία για μια σύντομη άνοιξη». Αθήνα, 1957, ήταν αφιερωμένη στη Φωτεινούλα Φιλιακού, βαφτιστικιά του Γιάννη Ρίτσου, που έφυγε από τη ζωή όταν ήταν μόλις δύο ετών.
- II -
Dead children never leave their homes,
they linger there, tangled in their mother's skirts
as she prepares dinner and listens to the water simmering
as if studying the steam and time. Always there—
And the house takes on another narrowness and breadth
like a gentle rain falling in the middle of summer
on deserted fields.
Dead children do not stray. They stay at home
and have a special fondness for playing in the closed hallway
and every day they grow within our hearts, so much
that the pain beneath our ribs is no longer from deprivation
but from growth.
And if sometimes a woman cries out in her sleep,
it's because she’s carrying them inside her yet again, beset by sorrow.
- XXXII -
And so in the night
as we depart as strangers, facing two rows of uninhabited houses,
under globes devoid of radiance like clenched fists,
a watered pot on the old balcony drips its sound to us
a door trusts its sound to us again
half-open, this wooden bench, awaits us to sit,
abandoned in desolation, knowing that somewhere there,
in a solitary window, high in the night,
you, behind the lace curtain,
wait for us to smile back.
Yannis Ritsos dedicated this poem to his godchild Fotinoula who passed away at the yound age of two. Translation-interpretation in english by me.